ΤΟ ΓΕΡΙΚΟ ΚΥΠΑΡΙΣΣΙ

Του Λευτέρη Πυκνή Τα καντήλια τρεμόσβηναν πάλι πάνω στους τάφους. Άσματα και προσευχές ψιθυριστές ακούονταν και κάποια μισάνοικτη πόρτα του ξωκλησιού πηγαινοέρχονταν πέρα δόθε ακούγοντας στο πρόσταγμα τ’ ανέμου. Όλες οι ψυχές γιορτάζουνε σαν κι άλλος λάκκος σκάφτεται σιμά κι αυτά πεινασμένα σκουλήκια ετοιμάζονται να χορτάσουν με μια σάρκα, μπορεί εύρωστη, νεανική. Στο κοιμητήρι σήμερα σκεπάσανε τα χώματα μια άγουρη ψυχή και οι νεκροί γιορτάσανε τον ερχομό της, κι οι ζωντανοί κλάψανε το χαμό της. Τα δακρύβρεχτα χώματα σκεπάσανε το νέο σώμα, που γλύστρησε απ’ την ζωή, που θέλησε ν’…

Περισσότερα