“Ο άλλος δρόμος προς Λαγκάδα”

ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΜΥΘΑΡΟΣ, Η ΚΟΙΛΙΑ ΜΑΣ ΠΥΘΑΡΟΣ (για να χωρεί μπόλικα παραμύθια)

  του Αριστείδη Ζαννίκου

  Όσοι τυχόν δεν γνωρίζουν τη Λαγκάδα κυριολεκτικά χάνουν. Πρόκειται για ένα γραφικό και πανέμορφο παραθαλάσσιο χωριό της Ανατολικής Χίου. Φημίζεται, μεταξύ άλλων, για τις ταβέρνες της που σερβίρουν καταπληκτικούς ψαρομεζέδες και όχι μόνο.

Προς αυτόν τον ελκυστικό και πολυσύχναστο προορισμό, έβαλε πλώρη το, γεμάτο επιβάτες,τουριστικό πούλμαν. Οδηγός ο Αντώνης (όχι ο Σαμαράς) και συνοδηγός ο Βαγγέλης (απλή συνωνυμία με τον Βενιζέλο).

Οι δυό τους είχαν παραλάβει το πούλμαν από μία στάση όπου το είχαν οδηγήσει άλλοι οδηγοί. Το ταξείδι έως αυτή τη στάση πρέπει να ήταν κουραστικό. Το φανέρωναν τα πρόσωπα των επιβατών.

Τούτοι οι τελευταίοι, ανυπομονούσαν να φθάσουν στη Λαγκάδα όχι μόνο για να ξαποστάσουν αλλά και για να γευθούν τους λαχταριστούς ψαρομεζέδες. Έτσι τουλάχιστον όπως είχαν ακούσει από άλλους.

Στην πορεία προς το όμορφο χωριό, λίγο πριν τη στροφή του Αλμυρού (κόλπο των γλάρων τον αποκαλούν οι νέοι μας), κάποιος επιβάτης ρώτησε αν αργεί να φανεί η Λαγκάδα.

Αυθόρμητα, οδηγός και συνοδηγός απάντησαν ότι απέχει λίγα μόλις χιλιόμετρα μετά τις λίγες αλλά απότομες στροφές του Μηλιγκά που, ήδη, είχαν προβάλει απέναντι. Στο αντίκρυσμα της ανηφόρας με τις δυό-τρεις στροφές, μια μουρμούρα δυσαρέσκειας και φόβου ακούστηκε έντονα μέσα στο πούλμαν. Ο οδηγός έκοψε ταχύτητα και κάτι πήγε να πει. Προτού καν ανοίξει το στόμα του, ένας νεαρός επιβάτης που, η παρέα, φώναζε Αλέξη (ουδεμία σχέση με τον Τσίπρα), με θαυμαστή ετοιμότητα και τόλμη, φώναξε προς τους συνεπιβάτες:

– Φίλες και φίλοι, αν σας φοβίζει τούτος ο δύσκολος και ανηφορικός δρόμος, να ξέρετε, υπάρχει και άλλος που βγάζει στη Λαγκάδα. Δεν έχετε παρά να μου εμπιστευθείτε το τιμόνι. Για συνοδηγό προτείνω τον φίλο τον Πάνο (απλή συνωνυμία με τον Καμμένο….)

Αυτά τα λόγια ήταν αρκετά ώστε, οι ήδη κουρασμένοι και φοβισμένοι επιβάτες, να ξοπετάξουν εκτός πούλμαν οδηγό και συνοδηγό χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς χρονοτριβή.

Ο νέος οδηγός, ο Αλέξης, με μια γρήγορη μανούβρα, γύρισε επί τόπου το πούλμαν και χάραξε τη νέα πορεία.

Προς στιγμή, οι επιβάτες, νόμισαν ότι τους γυρίζει πίσω. Όμως λάθεψαν. Το πούλμαν, περνώντας μέσα από σπίτια του Βροντάδου, άρχισε να ανηφορίζει, αγκομαχώντας, τις αμέτρητες στροφές του απόκρημνου Αίπους. Φοβισμένοι οι πιότεροι, με κλειστά μάτια, άρχισαν να κάνουν το σταυρό τους. Μια μάνα, με το παιδί στην αγκαλιά, ακούστηκε να σιγοψυθιρίζει:

– Παναγιά Βοήθεια, βοήθησέ μας να γλυτώσουμε και θα σου φέρω δυό λαμπάδες ίσα με το μπόϊ του άντρα μου!

Χωρίς να το πολυκαταλάβουν, διαβήκαν το σεληνιακό τοπίο του Αίπους για να κάνουν μιά σύντομη στάση στης Άννας (στης παλιάς Κουρούνενας) για ένα βιαστικό καφέ και για να πάνε κάποιοι “προς νερού” τους.

Ξεκινώντας, λίγα μόλις μέτρα μετά της Κουρούνενας, κάποιος επιβάτης φώναξε στον οδηγό:

– Αλέξη, τράβα ευθεία για να πάμε γρήγορα στη Λαγκάδα μέσω Πιτυούς.

– Το τζι-πι-ες (GPS) μου δείχνει να στρίψω αριστερά, απάντησε κοφτά ο Αλέξης. Έτσι και έγινε. Άλλωστε, αυτός κουμαντάριζε το όχημα.

Στο επόμενο τρίστρατο, προς Κατάβαση και Διευχά, ο οδηγός τράβηξε ευθεία. Βλέπετε έτσι του έδειχνε το GPS που ακολουθούσε πιστά.

Νέα αγκομαχητά του πούλμαν ακολούθησαν την ανάβαση προς Κηπουριές, Φυτά και Σπαρτούντα. ΄Ηδη ανηφόριζαν το κακοτράχαλο όρος Πεληναίο. Για κακή τους τύχη και μάλιστα εν μέσω πυκνής ομίχλης, λίγο μετά τη Σπαρτούντα, τους πιάνει λάστιχο.Νέα χτυποκάρδια, νέα καθυστέρηση με την αγωνία να κτυπά πλέον κόκκινο.

Ο νεαρός οδηγός ξαναξεκινά το πούλμαν βλέποντας στο GPS την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει. Τούτη τη φορά, κατά ένα περίεργο τρόπο, το διαβολομηχάνημα δείχνει στροφή δεξιά!!! Ούτε ευθεία ούτε αριστερά. Τη μεγάλη στροφή προς τα δεξιά, οι αποκαμωμένοι και μισοκοιμισμένοι επιβάτες, ούτε που την κατάλαβαν. Πλέον, το πούλμαν, άρχισε την κατάβαση προς Καμπιά, Βίκι και Αμάδες.

Ξάφνου, μπροστά τους πρόβαλε η θάλασσα. Η λαχτάρα και η προσμονή, έκανε τους επιβάτες να πιστέψουν ότι φθάνουν πια στη Λαγκάδα. Δυστυχώς γι’ αυτούς, ήταν οι παραλίες του Γιόσωνα και του Ναγού. Μετά από νέες στροφές με αναβάσεις και καταβάσεις και αφού πέρασαν τα Καρδάμυλα,κάποιος είδε επιτέλους πινακίδα που έγραφε “προς Λαγκάδα”. Από τις φωνές χαράς ξύπνησαν όλοι οι κοιμισμένοι.

Είχαν περάσει τέσσερις ώρες (λες και ήταν τέσσερα χρόνια) από το ξεκίνημα στον Αλμυρό, μέχρι να μπούνε στη Λαγκάδα.

Τότε ακούστηκε η φωνή του οδηγού να λέει με νεανικό ενθουσιασμό:

– Φίλες και φίλοι, φθάσαμε στον προορισμό μας. Δικαιώθηκα πλήρως που σας έπεισα ότι υπάρχει κι άλλος δρόμος για την Λαγκάδα.

Πάτε τώρα να παραγγείλετε ψαρομεζέδες και καλή σας όρεξη…

Η κουρασμένη και τρεμάμενη φωνή ενός γέρου ακούστηκε ως απάντηση:

– Τί μας τσαμπουνάς μωρέ Αλέξη τώρα; Ποιός έχει διάθεση και όρεξη για φαΐ μετά από τόση ταλαιπωρία και μετά απ’ αυτόν τον αλόγυρο;

Γιατί βρε παλληκάρι μου μας τόκανες αυτό; Μας το χρωστούσες;

– Παπούλη, με αδικείς, ακούστηκε η φωνή του Αλέξη. Ζήσατε μια καταπληκτική περιπέτεια για την οποίαν άξιζε κάθε ταλαιπωρία.

Σας πέρασα από δάση και βουνά, από λαγκαδιές και όμορφα χωριά που λίγοι απο σας ίσως γνώριζαν. Αντί λοιπόν να μου πείτε και ευχαριστώ, θαβγείτε τώρα και παραπονούμενοι; Αυτό και αν είναι αχαριστία και άδικο…Και συνέχισε ο Αλέξης:

– Βέβαια, για να πω την πάσα αλήθεια, και εγώ είχα ακουστά για έναν άλλο δρόμο προς τη Λαγκάδα, αλλά μήπως τον είχα ξαναδιαβεί; ΄Ασε που ήτανε για μένα μια μοναδική ευκαιρία να κάμω την πρακτική μου σαν οδηγός πούλμαν ώστε, σύντομα,να πάρω και το σχετικό δίπλωμα…

– Δηλαδή-ρώτησε ο παπούλης-οδηγούσε τόσες ώρες χωρίς δίπλωμα; Ε, τούτο πάλι είναι από τα άγραφτα. Το μόνο που ταιριάζει Αλέξη στην περίπτωσή μας είναι η σοφή λαϊκή παροιμία που λέει “στου κασίδι (φαλακρού) το κεφάλι, μαθαίνουν οι μπαρμπέρηδες”. (μπαρμπέρης =βοηθός κουρέα που αναλαμβάνει τα ξυρίσματα).

 

Υ.Γ.: Το παραπάνω παραμύθι γράφτηκε μετά την (δήθεν) έξοδό μας από τα “τρισκατάρατα Μνημόνια” και αμέσως μετά την πρόσφατη “επιτυχή” έξοδό μας στις “αιμοσταγείς αγορές” χρήματος. Κάθε, τυχόν, ομοιότητα με πρόσωπα και γεγονότα, είναι τελείως συμπτωματική και όχι σκόπιμη.

Μπορεί να χάθηκαν (με μεγάλο κόστος) τέσσερις ώρες (ή χρόνια) σε περιττή και άσκοπη διαδρομή, όμως θα μου πείτε, τί είναι τέσσερις ώρες (ή χρόνια) μπροστά στο άπειρο της αιωνιότητας;

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.